Multilinguisme + plurilinguisme

Το "Multilinguisme + plurilinguisme" και στο Facebook

Διαχειριστής: Μιχάλης Πολίτης, Αναπληρωτής Καθηγητής, ΤΞΓΜΔ Ιονίου Πανεπιστημίου

Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2013

Διεθνές συνέδριο: « Rencontres et confrontations », Montpellier 13 και 14 Ιουνίου 2013

Appel à contributions
Colloque international « Rencontres et confrontations »
13 et 14 juin 2013

Université Paul-Valéry Montpellier 3
École doctorale 58 « Langues, littératures, cultures, civilisations »
Maison des Sciences de l’Homme de Montpellier



Par le biais de l’interrogation de la portée problématique du lien (ou de son absence) entre les notions de «rencontres » et de « confrontations », ce colloque international, ouvert aux jeunes chercheurs et aux chercheurs confirmés, se veut la vitrine des différents champs et questionnements qui structurent la dynamique de travail de l’École doctorale 58 « Langues, littératures, cultures, civilisations » de l’Université Paul-Valéry Montpellier 3.

Dans son abord le plus simple, le rapport entre « rencontres » et « confrontations » semble être un irréductible rapport d’exclusion. Les rencontres sont bien souvent placées sous le signe de la communauté, de la proximité et, dans une certaine mesure, du partage. À l’inverse, l’idée de confrontation paraît impliquer celles d’opposition (voire de conflit), d’altérité et, parfois plus radicalement, de différence irréductible. Ainsi, là où les rencontres rapprochent, les confrontations éloignent, là où ces premières ont trait à l’identité, ces secondes renvoient à l’altérité.

Pourtant, à mieux y réfléchir, « rencontres » et « confrontations » entretiennent un rapport autrement plus fécond que celui, in fine stérile car n’interrogeant que le propre de ces notions et jamais leurs relations potentielles, de l’exclusion. En effet, toute confrontation n’est-elle pas conditionnée à une rencontre préalable ? Inversement, n’y a-t-il pas une irrémédiable part de confrontation dans chaque rencontre ? En somme, il semble bien que rencontres et confrontations, bien loin de s’opposer et de s’exclure, entretiennent des rapports complexes qui méritent d’être analysés.

À titre indicatif, mais ne représentant en rien une nécessité ou une obligation, ce colloque entend traiter de ces interrogations à l’aune de quatre domaines principaux.
En premier lieu, l’étude des relations paradoxales entre « rencontres » et « confrontations » peut être envisagée d’un point de vue philosophique. Ici, l’examen des fondements et des modalités du vivre-ensemble, de l’inévitable risque de l’altérité en éthique, de la question de l’identité et de sa définition ou encore de la discussion et l’évolution des valeurs communes et individuelles représentent des points d’entrée tout indiqués, bien que ces quelques pistes ne prétendent en rien à l’exhaustivité.
Les littératures et les arts, dans toute leur diversité, ne sont pas en reste, et appréhender les notions de «rencontres » et de « confrontations » à travers ce prisme représente un autre angle d’approche possible. Les récits de voyage, les dialogues, les conversations, l’étude du médium épistolaire, l’analyse des mythes ou encore l’étude des genres, quels que soient les supports utilisés, semblent des exemples privilégiés bien que, ici encore, les modalités de traitement soient indubitablement variées.
Les sciences du langage et de l’éducation représentent un autre terrain d’investigation possible, notamment sur les questions des rencontres des langues et des politiques et identités linguistiques. L’objectif ici est d’interroger la complexité des transformations du langage dans des situations d’altérité.
Enfin, un autre domaine envisageable concerne l’histoire et l’histoire de l’art. Étant un des lieux par excellence où la portée problématique du rapport entre « rencontres » et « confrontations » se déploie, l’histoire nous amène à nous interroger sur des notions telles que celles de conflit, de guerre, de paix et, plus largement, de changement, de continuité et d’événement.

Ces domaines — philosophie, littératures et arts, sciences du langage et de l’éducation, histoire et histoire de l’art — constituent le substrat sur lequel nous espérons voir les notions de « rencontres » et de «confrontations » interrogées. Toutefois, de par le caractère résolument interdisciplinaire de cette manifestation, aucun champ des lettres, langues, arts et sciences humaines et sociales n’est, a priori, exclu.

Modalités de soumission :
Les propositions de communication devront être préparées en vue d’une évaluation anonyme. La première page devra comporter le titre de la communication, le nom de l’auteur, ses coordonnées personnelles et son institution de rattachement. Les pages suivantes reprendront seulement le titre de la communication et présenteront un résumé (800 mots), quelques mots-clés et une bibliographie représentative (5 références maximum).

La date limite pour la réception des propositions est fixée au vendredi 15 mars 2013.

Les propositions, au format Word (.doc) ou PDF, devront être envoyées à l’adresse suivante :
rencontresetconfrontations@googlegroups.com.

La sélection des propositions aura lieu début avril au plus tard.

Le colloque sera suivi d’une publication en ligne des communications sélectionnées en 2014.

Comité scientifique :
Placé sous la direction du Professeur Jean-Michel Ganteau (directeur de l’École doctorale 58
« Langues, littératures, cultures, civilisations », Université Paul-Valéry Montpellier 3), le comité
scientifique est composé de Albane Julien (LLACS – Langues, Littératures, Arts et Cultures des
Suds, EA 4582), Joan Mallet (CRISES – Centre de Recherches Interdisciplinaires Sciences
humaines Et Sociales de Montpellier, EA 4424) et Eléni Ntalampyra (LIRDEF – Laboratoire
Interdisciplinaire de Recherche en Didactique, Education et Formation, EA 3749).

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013

To σχέδιο «Αθηνά» κι ο αχταρμάς των ξενόγλωσσων τμημάτων


Του Γιώργου Φρέρη
 
Δεν ξέρω με τι κριτήρια και ποιοί κατήρτησαν το σχέδιο «Αθηνά». Σίγουρα, όχι με κριτήρια αντικειμενικά ή εκπαιδευτικής πολιτικής, αν βασίστηκαν δηλαδή στις μέχρι τώρα αξιολογήσεις (εσωτερικές ή εξωτερικές), σε δεδομένα οικονομικά (σημερινό κόστος για το διοικητικό και εκπαιδευτικό προσωπικό, τους φοιτητές, την υλικοτεχνική υποδομή κλπ). Απλά ανακοινώθηκαν κάποιες συγχωνεύσεις Τμημάτων, κάποιες μετακινήσεις Τμημάτων κλπ, μετά από συσκέψεις πολιτικών παραγόντων, άρα μελλοντικόυ εκλογικού κέρδους, όπως ακριβώς στήθηκε τα τελευταία χρόνια η γνωστή εκπαιδευτική πολιτική της ανώτατης παιδείας μας: «κάθε πόλη και ΑΕΙ» κατά το «κάθε πόλη και γήπεδο». Αγνοώ, όπως και όλος ο ελληνικός λαός, με τι κριτήρια τελικά, η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, που προέρχεται από νεοϊδρυθέν Πανεπιστήμιο -αυτά που κατά την «κυβερνητική φιλοσοφία« ιδρύθηκαν για να βολέψουν «ημετέρους», κοινώς πολιτικά στελέχη που βρήκαν και μια θέση στο Δημόσιο- σχεδίασε τη μελλοντική εργασιακή αποκατάσταση των χιλιάδων αυριανών πτυχιούχων. Γιατί δε νομίζω να είναι στις προτεραιότητές της η δημιουργία ενός μορφωμένου ή ανέργου προλεταριάτου, για τις μελλοντικές ανάγκες της αναπτυσσόμενης από τις νέες επενδύσεις Ελλάδας. 

Δεν γνωρίζω επίσης αν στους σκοπούς των υπευθύνων κυριάρχησαν, έστω για λίγο, κάποιες αξίες ανθρωπιστικές, κατεξοχήν ελληνικές με μακρά παράδοση, όπως αυτές του διαπολιτισμού, της πολυπολιτισμικότητας, της πολυγλωσσίας, του δικαιώματος στην άμεση εργασία κλπ, ή περιορίστηκαν μόνον σε αριθμούς, παραβλέποντας τον ανθρώπινο παράγοντα, που αποσιωπούν όταν αυτοί οι αριθμοί δεν αγγίζουν ποτέ και τους επιθυμητούς στόχους.
Σίγουρα όμως ξέρω ότι έγιναν πολλά λάθη. Κι αυτό δεν το κρίνω από τις όποιες αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών ή των συνδικαλιστικών φορέων, αλλά διαπιστώνοντας ο ίδιος, ως λειτουργός στην ανώτατη εκπαίδευση επί 40 χρόνια, σ’ ένα γνωστικό αντικείμενο, που ποτέ δεν απαίτησε σημαντική χρηματοδότηση, μεγάλη υλικοτεχνική υποδομή κλπ. Γνωρίζω ότι επεκράτησε και πάλι «η φιλοσοφία του μικροπολιτικού κόστους», ίσως γιατί και οι σημερινοί πολιτικοί ταγοί δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν τη νοοτροπία τόσων ετών, όπως και οι πολίτες, παλαιές κακές συνήθειες, σαν αυτή του καπνίσματος σε κλειστούς χώρους ή του παρκαρίσματος σε πεζοδρόμια κλπ.
Ως Καθηγητής στο Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, έχοντας αρχίσει τη θητεία μου ως Δάσκαλος Γαλλικής Γλώσσας σε Σχολές του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διαπίστωσα ότι χώρες σαν τη δική μας, βλέπε Ολλανδία, Βέλγιο, Δανία –εννοώ του Βορρά- Φιλανδία κλπ, χώρες δηλαδή με γλώσσα περιορισμένης εμβέλειας όπως και η ελληνική, και με πολύ μικρότερη ιστορία κι επίδραση στο διεθνές γλωσσικό γίγνεσθαι, ανέπτυξαν, σε πολλές βαθμίδες της εκπαίδευσής τους, τη πολυγλωσσία. Κι αυτό όχι προς όφελος των ξένων γλωσσών που προέτρεπαν να μάθουν οι πολίτες τους, αλλά του δικού τους συμφέροντος. Να αποκτήσουν δηλαδή για τις ανάγκες της οικονομίας τους, στελέχη ικανά, σε κρατικό και ιδιωτικό τομέα, να συνεννοούνται απ’ ευθείας με τους άλλους λαούς, στη γλώσσα του Άλλου. Πέρα από το σεβασμό προς την ετερότητα, μ’αυτόν τον απλό τρόπο ανέπτυξαν ταυτόχρονα και την αλληλοκατανόηση με τον Άλλον.
Δυστυχώς στη χώρα μας, λόγω του γνωστού προσανατολισμού της εκπαίδευσης, σε μοντέλα ξένα προς τους στόχους της ανάπτυξής μας, περιοριστήκαμε και συνεχίζουμε να νομοθετούμε ανάλογα με τα πιστεύω του επικεφαλής κάθε κόμματος ή κάθε Υπουργού, που υπηρετεί για ελάχιστο χρονικό διάστημα, χωρίς πυξίδα, εντελώς αυθαίρετα, με αποτέλεσμα όχι μόνον να χάνουμε συχνά το τρένο της ανάπτυξης, αλλά κι όταν μας δίνεται η ευκαιρία να το προλάβουμε, ενεργούμε πρόχειρα, χωρίς καμιά περίσκεψη.
Μ’αυτήν την «παράξενη» παράδοση το Υπουργείο κατήργησε πρόσφατα, με το σχέδιο «Αθηνά», σχεδόν όλα τα ξενόγλωσσα Τμήματα του ΕΚΠΑ, του ΑΠΘ αλλά και του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Χωρίς κανένα εκπαιδευτικό σκεπτικό ίδρυσε ένα Ξενόγλωσσο Τμήμα στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ και του ΕΚΠΑ, ενώνοντας πέντε αυτόνομα Τμήματα (Αγγλικής, Γαλλικής, Γερμανικής, Ιταλικής και Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας) κι ένα άλλο ξενόγλωσσο Τμήμα Τουρκικών και Ασιατικών γλωσσών στο ΕΚΠΑ. Κι αναρωτιέμαι : από πότε μια γλώσσα διδάσκεται διαφορετικά αν είναι ασιατική ή βόρεια, νότια ή δυτική ώστε να αποτελέσει ιδιαίτερη ακαδημαϊκή μονάδα; Γιατί το Υπουργείο, αν είχε μελετήσει και σκόπευε στην βελτίωση και στην αναβάθμιση των αυριανών στελεχών που στήνουν γέφυρες πολυγλωσσικές και διαπολιτισμικές δεν τόλμησε να ιδρύσει μια Σχολή Ξένων Γλωσσών στο ΑΠΘ ή στο ΕΚΠΑ, όπως υπάρχουν στα περισσότερα ξένα πανεπιστήμια, όπου οι φοιτητές θα παρακολουθούσαν κοινά μαθήματα της Σχολής τα πρώτα εξάμηνα και μετά, ανάλογα με τη γλώσσα εισαγωγής του θα ακολουθούσαν την επιστημονική τους κατεύθυνση; Και γιατί δεν άφησε να πράξουν αυτήν την συνένωση τα νεοεκλεγμένα ανεξάρτητα (sic !!!) Συμβούλια Διοίκησής τους; Γιατί, αν σκόπευε σε κάτι το νέο δεν τόλμησε να λάβει υπόψη του και την παράδοση της κάθε πόλης ή περιοχής, και στη Σχολή Ξένων Γλωσσών π.χ. του ΑΠΘ, να ιδρύσει και Τμήμα Εβραϊκής Γλώσσας και Φιλολογίας (λόγω της μακράς παράδοσης της Εβραϊκής κοινότητας στη Θεσσαλονίκη) ή και της Τουρκικής Γλώσσας και Φιλολογίας (λόγω της μακράς οθωμανικής κατοχής στην ευρύτερη περιοχή); Κι αφού υπήρχαν ήδη τέσσερα ξενόλωσσα Τμήματα στο ΑΠΘ, γιατί δεν ίδρυσε ή δεν μετέφερε σ’αυτήν την νέα ακαδημαϊκή μονάδα και τα Τμήματα Βαλκανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και τα ενέταξε στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, ένα ίδρυμα με μακρά και λαμπρή παράδοση σε σπουδές αποκλειστικά στην οικονομία κι όχι στη Φιλολογία; Και τί έκανε με τα κριτήρια της αξιολόγησης των υπό κατάργηση Τμημάτων; Ήταν τόσο χαμηλά ή αγνόησε σκόπιμα όλα τους τα διεθνή και πρωτοποριακά ευρωπαϊκά προγράμματα και την έντονη δράση τους σε εθνικό και διεθνές επίπεδο; Γιατί δε ζήτησε από τα ενδιαφερόμενα Τμήματα μία εναλλακτική πρόταση πριν προβεί σ’ αυτόν τον «αχταρμά»; Και γιατί δεν τόλμησε ποτέ να δημοσιοποιήσει, να πληροφορήσει δηλαδή την κοινή γνώμη, για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης ενός καλού ή ενός κακού Τμήματος, πριν προβεί στις αυταρχικές και βλαβερές για τον τόπο ενέργειες ενός ακόμη επιστημονικού συνοθηλεύματος; 
Αλλά μήπως το Υπουργείο έλυσε με τα πρόσφατα μέτρα και το «χρόνιο πρόβλημα της επάρκειας Καθηγητών Ξένων Γλωσσών»; Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, για να διδάξει κάποιος ξένη γλώσσα απαιτείται να διαθέτει ένα πτυχίο από κρατικό ίδρυμα. Στη χώρα μας αυτό δεν ισχύει, κι ας το ζητούν εδώ και πάνω από 30 χρόνια, όλα τα ξενόγλωσσα Τμήματα του κράτους (Καθηγητές και Φοιτητικοί Σύλλογοι). Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία κωφεύει, επιτρέποντας σε οποιονδήποτε διαθέτει ένα απλό αποδεικτικό Δίπλωμα μιας ξένης αποστολής, χωρίς εξειδικευμένες γνώσεις για τη Διδασκαλία και τον πολιτισμό της ξένης γλώσσας, να του χορηγεί την επαγγελματική «επάρκεια», με αποτέλεσμα να διευθύνουν Φροντιστήρια Ξένων Γλωσσών, άτομα που στο εξωτερικό δε θα μπορούσαν ούτε να διανοηθούν να μπουν σε τάξη. Τόσο πολύ νοιάζεται η εκάστοτε ελληνική πολιτική ηγεσία να προετοιμάσει επιστημονικά τους αυριανούς Δασκάλους – Καθηγητές Ξένων Γλωσσών; Αυτό είναι το έμπρακτο ενδιαφέρον της για την αναβάθμιση της παιδείας της ελληνικής νεολαίας, που με τόσο στόμφο, στα λόγια μόνον βέβαια, όλες σχεδόν οι πολιτικές ηγεσίες του Υπουργείου Παιδείας δείχνουν; Έχουν ανοίξει το επάγγελμα δίχως ίχνος ελέγχου και υπεύθυνης επιστημονικής εποπτείας. Πως λοιπόν να μην είμαστε η χώρα που διαθέτει, κατ’αναλογία με τον πληθυσμό της, τα περισσότερα ξένα διπλώματα σε ξένες γλώσσες, αλλά ταυτόχρονα και αυτοί που τις μιλούν και τις εκφράζουν γραπτώς χείροτερα; 
Θα μπορούσα να συνεχίσω τη διατύπωση των αποριών μου προς τους υπεύθυνους του Υπουργείου, που για άλλη μια φορά, όχι μόνον βιάστηκαν να ανακοινώσουν, με το συνηθισμένο ύφος που συμβάλλει στη δημιουργία του «αυριανού χάους», σε μια χώρα όπου όλα γίνονται χωρίς κανέναν προγραμματισμό, αλλά επιπλέον εμφανίστηκαν ως γνήσιοι μικροπολιτικοί κομπάρσοι ενός πολιτικού συστήματος που τους ανέθρεψε και συνεχίζει να τους συντηρεί. Χωρίς να δικαιολογήσουν όσα αποφάσισαν, ενήργησαν κατά το πολιτικό τους δοκούν. Στάθηκαν ανύμποροι να εδραιώσουν και να πείσουν την πανεπιστημιακή κοινότητα για τις αποφάσεις τους, πορεύθηκαν με γνώμονα τα μικροπολιτικά τους συμφέροντα, κοινώς για άλλη μια φορά αυτοσχεδίασαν την ίδια φάρσα, με την ίδια σοβαροφάνεια του πρόσφατου αμαρτωλού παρελθόντος.
Αν αυτή η πολιτική χαρακτηρίζεται «πρόοδος», τότε πως προσδιορίζεται η οπισθοδρόμηση; Αλήθεια, πιστεύουν πως όσοι ενήργησαν αυθαίρετα, αγνοώντας τους επιστημονικούς φορείς, χωρίς να ενημερώσουν ή να συμβουλευτούν τους ενδιαφερόμενους, είναι σε θέση να δικαιολογήσουν τα όσα υποστηρίζουν; Δεν καταλαβαίνουν πως απλά ενεργούν ως πολιτικοί κι όχι ως ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, ότι επαναλαμβάνουν δηλαδή τη γνωστή ρήση «της πολιτικής βούλησης» -φράση που άκουσα συχνά στη μακρόχρονη σταδιοδρομία μου και σήμερα οι πολλοί και πιο αδύνατοι, πληρώνουν πολύ ακριβά αυτήν «την πολιτική βούληση»; Στην προκειμένη περίπτωση, πιστεύει το Υπουργείο πως αγνοώντας τους ειδικούς σε θέματα εκπαίδευσης ξένων γλωσσών, ότι ενήργησε προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, ότι με τα μέτρα που ανακοίνωσε συντελεί ώστε να ενταχθεί η Ελλάδα στις επίσημες αρχικές διακηρύξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για μια πολυπολιτισμική και πολυγλωσσική κοινότητα, ότι συμβάλλει στη δημιουργία της κατανόησης της ετερότητας; Έχει επίγνωση το Υπουργείο ότι μ’αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο στρέφει την ελληνική νεολαία προς μια μονογλωσσική και μονοπολιτισμική Ευρώπη, αλλά αντίθετα καλλιεργεί υπογείως και την έννοια μιας νέας εθνικιστικής «υπεροχής»; Για άλλη μια φορά το Υπουργείο δε σεβάστηκε το αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ, ούτε άνοιξε διάλογο με τα συγκεκριμένα Τμήματα προκειμένου να ενημερωθεί για τις απόψεις τους. Απλά, διαθέτοντας την αλλαζονεία της εξουσίας, αποφάσισε, ενήργησε και τώρα σιωπά. Μήπως ευελπιστεί πως μ’αυτόν τον «κουτοπόνηρο πολιτικό τρόπο» θα εδραιώσει μια νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση; 
Η χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής δεν είναι εύκολη υπόθεση. Απαιτεί θάρρος, γνώση και απόσταση από πολιτικές σκοπιμότητες, κάτι που η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου δεν απέφυγε. Η χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής στηρίζεται σε μια παράδοση, σε ένα υπάρχον επιστημονικό δυναμικό, που έχει να επιδείξει έργο, όχι ωραιοποιημένο στα βιογραφικά, αλλά, στην πράξη. Η χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής δημιουργείται σταδιακά, με διάλογο και πειθώ, δεν είναι υπόθεση νομοθετικής πράξης, κάτι σαν το χουντικό «αποφασίζουμε και διατάσουμε». Θέλει σκέψη και προγραμματισμό για το μέλλον, μακριά από φαραωνικούς σχεδιασμούς και φιλόδοξες προοπτικές. Φυσικά, στη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής επικρατούν κριτήρια εκπαιδευτικά, εθνικά και της μελλοντικής πραγματικής κι όχι ουτοπικής οικονομίας. Η Παιδεία δε στήνεται με πρότυπα εμπορικά, οικονομικά, βιομηχανικά, γιατί δεν αποβλέπει στο άμεσο κέρδος αλλά στοχεύει στην ευτυχία και την ισσοροπία του αυριανού πολίτη. Γι αυτό το λόγο ας μην τρέφουμε ψευδαισθήσεις: παρά τις όποιες διθυραμβικές διατυπώσεις, κυρίως από τον «άκριτο τύπο», δε θα αργήσουν να φανούν οι αδυναμίες αυτής της εκπαιδευτικής πολιτικής. Μόνον που τα λάθη της εκπαίδευσης έχουν βάθος χρόνου. Δε διορθώνται αμέσως. Τα σφάλματά της έχουν πικρές συνέπειες και σοβαρές επιπτώσεις πέρα από το χρόνο της εφαρμογής της. Όπως συνέβη και με την προηγούμενη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, στο πρόσφατο παρελθόν, όταν κάθε υπουργική απόφαση εκλαμβανόταν ως μέγα κατόρθωμα μόλις γινόταν η ανακοίνωσή της, για να αποδειχθεί τελικά στην πράξη ανεφάρμοστη και καταστροφική. 
Και το ερώτημα που τίθεται τελικά, είναι πότε επιτέλους, η πολιτική ηγεσία αυτού του τόπου, θα δει, θα οραματιστεί ουσιαστικές αλλαγές για την Παιδεία ή την Εκπαίδευση, πέρα από τα μεσοπρόθεσμα κομματικά οφέλη; 
 
Πηγή: 
Πολιτική Επιθεώρηση
http://politicalreviewgr.blogspot.gr/2013/02/to.html#more 

Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2013

ΠΟΛΗ ΕΥΡΩΠΗ. ΙΣΠΑΝΟΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ




ΠΟΛΗ ΕΥΡΩΠΗ. ΙΣΠΑΝΟΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

Η Πρεσβεία της Ισπανίας, το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής και το Μουσείο Μπενάκη, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Θερβάντες, συνεχίζουν την παρουσίαση του κύκλου διαλέξεων Πόλη Ευρώπη. Ισπανοί αρχιτέκτονες στην Αθήνα.

Την Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου στις 19:30 στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς) ο αρχιτέκτονας, ζωγράφος και γλύπτης Juan Navarro Baldeweg θα μιλήσει για το έργο του μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων (βιβλιοθήκη Hertziana στη Ρώμη, Forum στο Μπούργος, κτλ.) και για τη σχέση της αρχιτεκτονικής με την ταυτότητα του τόπου. Παρουσιαστής και συντονιστής της συζήτησης που θα ακολουθήσει, θα είναι ο αρχιτέκτονας Αναστάσιος Μ. Κωτσιόπουλος, Καθηγητής του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Θ.

Ο κύκλος θα ολοκληρωθεί με τους αρχιτέκτονες Fuensanta Nieto και Enrique Sobejano. Για το λεπτομερές πρόγραμμα και ένα συνοπτικό βιογραφικό του Juan Navarro Baldeweg πατήστε εδώ.

Με ταυτόχρονη μετάφραση από τα ισπανικά στα ελληνικά.
Είσοδος ελεύθερη.
Μετά το τέλος της εκδήλωσης θα προσφερθεί ισπανικό κρασί.

Μουσείο Μπενάκη, Πειραιώς 138
11854 Αθήνα

Información / Πληροφορίες


CIUDAD EUROPA. ARQUITECTOS ESPAÑOLES EN ATENAS

La Embajada de España en Atenas, el Instituto Helénico de Arquitectura y el Museo Benaki, en colaboración con el Instituto Cervantes, continúan el ciclo de conferencias Ciudad Europa. Arquitectos españoles en Atenas.

El miércoles 20 de febrero a las 19:30 h. en el Museo Benaki (Pireós) el arquitecto, pintor y escultor Juan Navarro Baldeweg hablará sobre su obra, a través de destacados ejemplos como la biblioteca Hertziana de Roma y el Fórum de Burgos, y la relación entre su arquitectura y la identidad del lugar. El arquitecto Anastasios M. Kotsiopoulos, Profesor de la Facultad de Arquitectura de la Universidad Aristotélica de Salónica, presentará al invitado y moderará el posterior coloquio.    

El ciclo concluirá con la participación de los arquitectos Fuensanta Nieto y Enrique Sobejano. Puede consultar el programa de conferencias y una nota biográfica sobre Juan Navarro Baldeweg aquí.  

La conferencia tendrá traducción simultánea del español al griego.
Entrada libre hasta completar el aforo.
Al finalizar el acto se ofrecerá un vino español.

Museo Benaki, Pireós 138
11854 Atenas

Αν επιθυμείτε την διαγραφή σας από τη λίστα παραληπτών μπορείτε να στείλετε ένα e-mail με θέμα «διαγραφή» στο emb.atenas.info@maec.es. Σύμφωνα με το Νόμο 2472/97 το e-mail αυτό σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί spam διότι περιέχει τα στοιχεία του αποστολέα και δυνατότητα διαγραφής από τη λίστα παραληπτών.

Si desean darse de baja de la lista de destinatarios pueden mandar un e-mail con el asunto “baja” a emb.atenas.info@maec.es.
De acuerdo con la Ley 2472/97 este e-mail no puede considerarse spam bajo ningún concepto, dado que contiene los datos del remitente y la posibilidad de darse de baja de la lista de destinatarios.

Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013

Διεθνές συνέδριο: Plurilinguisme et mondialisation (Beyrouth, 11-12 avril 2013)

Beyrouth, 11-12 avril 2013, appel à communication

Plurilinguisme et mondialisation
Axes thématiques non exclusifs
I- Plurilinguisme et identité
- Plurilinguisme et identité culturelle - L’influence du plurilinguisme sur la pensée et le savoir
- Plurilinguisme et nature du développement social actuel : expériences arabes et mondiales.
- Politiques linguistiques.
II- Plurilinguisme et traduction
- Une seule langue ou traduction entre les langues : Faut-il développer une seule langue de communication internationale, l’anglais en occurrence, ou développer la traduction entre les différentes langues pour privilégier leurs spécificités culturelles ?
- Traduction et néologisme : Le rôle de la traduction dans la création de néologismes et, par conséquent, l’enrichissement du vocabulaire des langues cibles dans la mesure où il y a dans les langues sources des concepts nouveaux ou des spécificités qui ne sont pas dans les langues cibles.
- Traduction et TIC. L’apport des nouvelles technologies dans le processus de la traduction : corpus alignés, extraction automatique des termes, traduction assistée par ordinateur, etc.
III - Didactique du plurilinguisme
Cet axe aborde l’interaction entre la pédagogie et la didactique et cherche à étudier la réalité de l’enseignement-apprentissage des langues dans le contexte d’un monde globalisé où la parfaite maitrise de plusieurs langues est indispensable, il définit également les défis actuels de la formation initiale et continue des enseignants à travers :
1-Enseignement plurilingue
-  l’état des lieux et les perspectives de l’enseignement plurilingue
-  les implications du plurilinguisme sur l’enseignement-apprentissage des langues
-  La formation des enseignants de langues ;
-  Démarche curriculaire et plurilinguisme
2-Le rôle de l’établissement dans le développement de la compétence plurilingue
-l’analyse des représentations des enseignants par rapport aux langues - l’étude des rapports des apprenants avec les savoirs et pratiques et les stratégies d’apprentissage qui permettent de développer et d’améliorer la compétence plurilingue - la relation entre langue maternelle/langues étrangères, les interférences langagières : l’acquisition des langues étrangères chez les enfants vivant au sein d’une famille plurilingue ex : cas des minorités linguistiques au Liban.
- Didactiques convergentes.
IV- Plurilinguisme et interculturalité
- La littérature en contexte interculturel plurilingue : théâtre, romans, poésie …
- Pratiques plurilingues dans la société.
- Rôles des medias dans la diffusion du plurilinguisme (presse écrite, télévision, cinéma…).
Modalités de participation
- Langues du colloque : arabe, français, anglais.
- Les personnes intéressées à intervenir au colloque sont priées de soumettre leurs propositions par courrier électronique à M. Ahmad Hoteit : ahmadhoteit2@gmail.com avant le 11 février 2013.
- Les propositions seront évaluées par le comité scientifique et la notification des acceptations sera communiquée le …
Comité scientifique : Ahmad Hoteit, Hassan Hamze, Zalfa El Ayoubi, Mohamad Badawi El Chahal, Antoine Seif, Wajih Fanous, Ilham Slim-Hoteit, Randa Naboulsi, Sleiman Hissaykeh.